παρ-ακούω (s. ἀκούω ,) dabei ... ... a. Sp . – Auch verhören, falsch hören, neben παρορᾶν u. παρανοεῖν , Plat. Theaet . 195 a; im Ggstz von ὀρϑῶς ἀκούειν , ...
ἐπι-φράζω , noch dazu sagen, angeben, ... ... erkennen, ἵνα μή μιν ἐπιφρασσαίατ' Ἀχαιοί Od . 18, 94; neben νοέω 8, 94; βουλήν , wahrnehmen, kennen lernen, Il . 2, ...
... σοὶ δὲ ϑεοὶ τῶνδ' ἀντὶ χάριν μενοεικέα δοῖεν , 23, 650; μενοεικέα νήεον ὕλην , 139, hinreichendes Holz; καί σφιν μενοεικέα ληΐδα δῶκα , Od . 13, 273; übh. angenehm, erwünscht ... ... Plut. Phoc . 2 sagt ὥςπερ ἀμέλει τὸ ἡδὺ μενοεικὲς ὁ ποιητὴς κέκληκεν , u. die Erkl ...
μονο-ειδής , ές ... ... 612 a; καὶ ἀμέριστον , Theaet . 205 d; einfach, unvermischt, μονοειδὲς ὃν αὐτὸ καϑ' αὑτό , Phaed . 78 d; Sp ., bes. Rhett . – Adv . μονοειδῶς , Iambl .
σελῑνουσία , ἡ , eine dem Eppich ähnliche, krausblätterige Kohlart, ... ... ἔχει διὰ τὴν οὐλότητα ; Mein. verm. σελινοῠσσα , d. i. σελινόεσσα ; vgl. κράμβη σελινοειδής , Plin. H. N . 20, 33. – Bei Theophr . ...
ἐξ-ακοντίζω , (einen ... ... γλώσσῃ ματαίους ἐξακοντίζῃ λόγους Men. Stob. fl . 36, 12; komisch πνοήν , vom Dampfe beim Kochen, Antiphan . bei Ath . XIV, 624 ...
ἀπο-νοέομαι , dep. pass ... ... Wagniß schreiten, Dio Chrys . II, 134, mit der v. 1. ἐπενοήϑησαν; ὁ ἀπονενοημένος , ein verzweifelter, sittlich verlorner, gemeiner Mensch, Isocr . ...
ἀν-υπο-νόητος , 1) unverdächtig, πρὸς τὰς αἰτίας Dem . 61, 11; ἄνϑρωποι ... ... ) ohne Argwohn, nicht vermuthend, τοῠ μέλλοντος Pol . 4, 10; ἀνυπονοήτως διακεῖσϑαι 14, 10.