εὔ-κοσμος

[1076] εὔ-κοσμος, wohlgeordnet; φυγή Aesch. Pers. 481; εὐνομία δ' εὔκοσμα καὶ ἄρτια πάντ' ἀποφαίνει Solon bei Dem. 19, 255 v. 32; wohlgeschmückt, ξανϑοῖσι βοστρύχοισιν εὔκοσμος κόμην Eur. Bacch. 235; Luc. dom. 7; – τὸ εὔκοσμον, = εὐκοσμία, Thuc. 1, 84; εὐκοσμότεροι, leichter zu ordnen, 6, 42. – Adv. εὐκόσμως, in guter Ordnung, Od. 21, 123; Hes. O. 628; geschmückt, ὡς εὐκοσμότατα καὶ λαμπρότατα Xen. Cyr. 2, 4, 1; wohlanständig, καὶ μεγαλοπρεπῶς τῷ δήμῳ διαλέγεσϑαι Plut. Dem. 11.

Quelle:
Wilhelm Pape: Handwörterbuch der griechischen Sprache. Braunschweig 31914, Band 1, S. 1076.
Lizenz:
Faksimiles:
Kategorien: