[117] μελαγ-κράϊνος od. μελάγκραινος, aus Binsen geflochten, Philet. 6 bei Strab. 3, 5, 1, wo auch σφενδόναι μελαγκράϊναι od. μελαγκράνιαι steht, wofür Kramer richtiger μελαγκράνιναι conj.
Brockhaus-1911: Mélac
Herder-1854: Melac
Meyers-1905: Mélac
Pierer-1857: Melac