μεταρσιο-λογικός

[153] μεταρσιο-λογικός, = μετεωρολογικός, D. L. 5, 44.

Quelle:
Wilhelm Pape: Handwörterbuch der griechischen Sprache. Braunschweig 31914, Band 2, S. 153.
Lizenz:
Faksimiles:
Kategorien: