[299] οἰκέτις, ιδος, ἡ, fem. zu οἰκέτης; περιστερὰν ἐφέστιον οἰκέτιν τε, Soph. frg. 745; Sklavinn, γυνή, Eur. El. 104; Luc. Philopatr. 17; aber Theocr. 18, 38 Hausfrau.