παρ-αλλαγή

[487] παρ-αλλαγή, ἡ, = παράλλαξις; φρυκτωριῶν τε καὶ πυρὸς παραλλαγαί, Aesch. Ag. 476, des Feuers Wechsel; διανοίας πρὸς αἴσϑησιν παραλλαγή, Plat. Theaet. 196 c; – der Unterschied, ἡ ἐξ ἀμφοῖν παρ., Pol. 6, 7, 3; vgl. μεγάλην δ' ἔχει παραλλαγὴν τὰ μέταλλα ταῠτα συγκρινόμενα τοῖς κατὰ τὴν Ἀττικήν, D. Sic. 5, 37.

Quelle:
Wilhelm Pape: Handwörterbuch der griechischen Sprache. Braunschweig 31914, Band 2, S. 487.
Lizenz:
Faksimiles:
Kategorien: