συῤ-ῥάσσω

[1041] συῤ-ῥάσσω, att. -ῥάττω, = συῤῥήσσω, συῤῥήγνυμι, bes. feindlich zusammentreffen, τινί; Thuc. 8, 96 (vgl. συῤῥήγνυμι); ἐξὸν αὐτῷ χειροῦσϑαι τοὺς ὄπισϑεν, οὐκ ἐποίησε τοῠτο, ἀλλ' ἀντιμέτωπος συνέῤῥαξε τοῖς Θηβαίοις, Xen. Hell. 4, 3, 19; vgl. 7, 5, 16; συνέῤῥαξαν εἰς τὴν μάχην, D. Sic. 16, 4; συῤῥάξαντες ἐμάχοντο, D. Hal. 5, 38.

Quelle:
Wilhelm Pape: Handwörterbuch der griechischen Sprache. Braunschweig 31914, Band 2, S. 1041.
Lizenz:
Faksimiles:
Kategorien: