[140] ἀμφι-κρεμής, ές, rings herabhangend, σκόπελοι Alph. 6 (IX, 90); ὤμων ἀμφ. φαρέτρη, von den Schultern herabhangend, 3 (Plan. 212); χλαμύς Procl. 5 (App. 69).