[301] ἀπο-διαιτάω, als Schiedsrichter lossprechen, Is. frg. 1, 12; τινός, ἀπεδιῄτησε Dem. 40, 17; τινὸς τᾷν δίαιταν 49, 19; τινὶ τὴν δίαιταν 21, 93; pass., δίκην ἀποδεδιῃτημένην 21, 85.