[34] ἀ-δι-άλλακτος, unversöhnlich, bes. ἐχϑρός, z. B. Dem. 24, 8; πόλεμος Plut. Syll. 25. – Adv., ἀδιαλλάκτως ἔχειν πρός τινα Dion. Hal. 6, 56; Plut. oft.