[67] ἀ-κάλυπτος, unverhüllt, ἅγος ἀκ. δεικνύναι, Soph. O. R. 1427; καὶ ταλαίπωρος βίος Men. bei Stob. Floril. 68, 4; κεφαλή Plut. Cat. min. 5.