[983] ἐπι-στατήρ, ῆρος, ὁ, = Folgdm, Hesych., der es auch στόμα νεώς u. ἐπιστατῆρες = οἱ τῶν πλοίων νομεῖς d. i. ἐγκοίλια erkl.
Meyers-1905: Epi...
Pierer-1857: Epi...