[1002] ἐπι-φωνηματικός, ή, όν, zum Vorigen gehörig, Eust., der Il. p. 1038, 38 τὸ ἐπιφ. erkl. τὸ δηλοῠν ἐν βραχεῖ κόμματι πολλὴν ἔννοιαν.
Meyers-1905: Epi...
Pierer-1857: Epi...