[913] ἐπ-έκεινα, adv., = ἐπ' ἐκεῖνα, jenseit, darüber hinaus; c. genit., ἀλλ' ἔτι ἐπέκεινα τῆς ούσίας πρεσβείᾳ ὑπερέχοντος Plat. Rep. VI, 509 b; ἀνέβαινον τοῦ Ἡρακλείου ἐπ. ὡς ἑκκαίδεκα στα-δίους Xen. Hell. 5, 1, 10; oft bei Sp. Häufig mit dem Artikel, Πίνδου τε τἀπέκεινα, das jenseits gelegene, Aesch. Suppl. 254; ἀκτή τίς ἐστι τοὐπέκεινα [913] τῆςδε γῆς κειμένη Eur. Hipp. 1199; τὰ ἐπέκεινα Εὐρώπης Her. 3, 115; Folgde; οἱ ἐκ τοῦ ἐπέκεινα, die aus dem jenseitigen Lande, Xen. An. 5, 4, 3; εἰς τὸ ἐπέκ. τῆς γῆς Plat. Phaed. 112 b; τῶν νόϑων ἡδονῶν εἰς τὸ ἐπ. ὑπερβὰς ὁ τύραννος Rep. IX, 587 b; ἐν τῷ ἐπ. Thuc. 7, 58. – Auch von der Zeit, οἱ ἐπ. χρόνοι, die früheren Zeiten, vor der genannten Niederlage, Isocr. 6, 41; 9, 6 τοὺς περὶ τὰ Τρωϊκὰ καὶ τοὺς ἐπ. γενομένους ὑμνουμένους.