[361] ὅποι, correl. zu ποῖ, wohin, das Ziel einer Bewegung ausdrückend, relativ u. indirect fragend; ὥςτ' ἀμηχανεῖν ὅποι τράποιντο, Aesch. Pers. 451; δήμου κρατοῠσα χεὶρ ὅποι πληϑύεται, Suppl. 604; ὅποι πλέων, Soph. Phil. 302; ἐγὼ γὰρ εἶμ' ἐκεῖσ' ὅποι πορευτέον, Ai. 675; auch οὐκ οἶδ' ὅποι χρὴ τἄπ ορον τρέπειν ἔπος, Phil. 885; vgl. El. 910; μέχρι ὅποι, Plat. Gorg. 487 c; οὐδὲ ὅποι τρέψει τὴν διάνοιαν ἕξει, Parm. 135 b; – mit ἄν u. dem conj., wohin auch immer, ὅποι ἂν ἄλλοσε βούλῃ, Plat. Phaedr. 230 c; ὅποι ἂν ἔλϑω, Apol. 37 d; indirect c. opt., ὅποι πὲμποις, Theag. 126 c; Xen. u. Folgde; ὅποι τις ἂν προςϑῇ δύναμιν, Dem. 2, 14. – Die Bdtg »wo« hat es nirgends bestimmt, vgl. Lob. Phryn. 43.