[1202] ὑπέρ-τονος, überspannt, übermäßig angestrengt; σάλπιγξ ὑπέρτονον γήρυμα φαινέτω στρατῷ Aesch. Eum. 539; βοά Ar. Nubb. 1138; δύναμις Plut. Fab. 19.
Pierer-1857: Tonos