[1238] ὑπο-φήτωρ, ορος, ὁ, ἡ, = ὑποφήτης; Πιερίδων Probl. arithm. 1 (XIV, 1); Μοῦσαι ὑποφήτορες ἀοιδῆς Ap. Rh. 1, 22; auch κιϑάρης ὑποφήτορες, Citherspieler, Maneth. 2, 332, u. a. sp. D.