... πλούτου , Plut . 188. 193; μεστὰ λίϑων καὶ γῆς , Plat. Legg . XII, 967 c; ... ... Conv . 223 b, u. ähnlich oft, u. Folgde; κῶμαι μεσταὶ σίτου καὶ οἴνου , Xen. An . 1, 5, 19; ...
ἥδυμος , ον , p. = ἡδύς; ὕπνος H. h. Merc . 241; Ap. Rh . 2, 407; ... ... 420, 47; die VLL. führen aus Alcman auch den superlat . ἡδυμέστατος an. Vgl. νήδυμος .
ἀπ-ωθέω (s. ὠϑέω ), wegstoßen, ... ... Κορινϑίους , zurückschlagen, Thuc . 1, 32; Ar. Vesp . 1085 ἀπεωσάμεσϑα , Dindorf ἀπωσάμεσϑα , wie τὸν ἄνδρ' ἀπωσάμην com . bei Eustath . ...
ἄφ-ετος , losgelassen, frei, ἀλᾶσϑαι ... ... Critia 119 d; ἀφέτων ὄντων ταύρων ἐν τῷ τοῦ Ποσειδῶνος ἱερῷ; so νέμεσϑαι ὥσπερ ἄφετοι Prot. 320 a; übh. heilig, ἡμέραι , an ...
δύναμαι , können ; 2. sing. indicat. praes . ... ... 10, 246. 19, 478. 21, 247. 24, 159. 170; δυνάμεσϑα Odyss . 9, 304. 12, 393; ἐδυνάμην Aristoph. Eccl ...
μανθάνω ( ΜΑΘ , viell. mit ΜΑΩ zusammenhangend), fut ... ... λέγ' αὖϑις ὡς μᾶλλον μάϑω , Soph. O. R . 359; μαϑησόμεσϑα δ' Ἀτρείδας σέβειν , Ai . 652; erfahren, hören, c. ...
παρ-ίημι (s. ἵημι ), 1) ... ... C . 1666; vgl. Eur. Med . 892, um Verzeihung bitten, παριέμεσϑα καί φαμεν κακῶς φρονεῖν ; sich ausbitten, οὐδέν σου παρίεμαι , Plat. ...
συμ-φέρω (s. φέρω ), 1) ... ... -treffen; a) im feindlichen Sinne, an einander gerathen, handgemein werden, kämpfen, συμφερόμεσϑα μάχῃ , Il . 11, 736; συνοισόμεϑα πολεμίζειν , Hes. Sc ...
ἐμ-ποδίζω , im Wege sein, ... ... . 549; χαἰ σοφαὶ γνῶμαι ἐμποδίζονται ϑαμά Soph. Phil . 432; ϑώμεσϑα δὴ τὰς κάλπιδας χαμᾶζε, ὅπ ως ἂν μὴ τοῠτό μ' ἐμποδίζῃ Ar ...
μετα-βουλεύω , seinen Beschluß ändern ... ... . 5, 286, μετεβούλευσαν ϑεοὶ ἄλλως . – Gew. im med .; μεταβουλευσόμεσϑα Eur. Or . 1526; so auch Her . 7, 12. ...