[338] ἀπριγκτό-πληκτα πολυπλάνηταδ' ἦν ἰδεῖν χερὸς ὀρέγματα Aesch. Ch. 419, nach Well., od. ἀπρικτόπληκτα, nach Lachmann, Emend. für ἄπριγκτοι πληκτά, fortwährend geschlagen. Falsche Aenderung ist ἀπρικτεί.