[875] ἐξ-εικάζω, ganz ähnlich machen, genau nachbilden; οὐ γάρ ἐστιν ἐξῃκασμένος Ar. Equ. 230; κλύειν οὐδὲν ἐξῃκασμένα, ächt, wahr, Aesch. Ag. 1217, Hier. 1, 38; καὶ τὸ κεκινημένον χωρίον ἐξείκαστο τῷ ἀκινήτῳ Cyr. 1, 6, 39.