[935] ἐπι-δεκτικός, ή, όν, aufnehmend, τινός, Sp.; οὔτε ἡ τῆς χώρας φύσις πόλεων ἐπιδεκτικὴ πολλῶν ἐστιν Strab. III, 163.
Meyers-1905: Epi...
Pierer-1857: Epi...