[934] στεμματιαῖον, τό, nach B. A. 305 μίμημα τῶν σχεδιῶν, αἷς ἔπλευσαν οἱ Ἡρακλεῖδαι τὸν μεταξὺ τῶν Ῥίων τόπον; vgl. Hesych.